Τα μετόχια

Στον κάμπο των Χανίων – νότια της πόλης και σε σημεία που αγγίζουν τα παλιά όρια της Νέας Χώρας – υπήρχαν τα μετόχια. Πιθανότατα απόγονοι των φέουδων και των τιμαρίων, τα μετόχια ήταν χωρικά σύνολα που λειτουργούσαν ως αυτόνομες οικιστικές και οικονομικές μονάδες. Ακόμη όμως και στα σημερινά όρια της Νέας Χώρας υπήρχαν μετόχια, ίσως λιγότερο γνωστά από τα εμβληματικά του κάμπου, κυρίως κοντά στον Κλαδισό ποταμό, το δυτικό όριο της συνοικίας.

Τα μετόχια, κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών, είχαν έναν αυτοδύναμο και δυναμικό αγροτικό χαρακτήρα. Για τους ίδιους τους κατοίκους τους εξασφάλιζαν επάρκεια τροφίμων. Ταυτόχρονα, στα όριά τους παράγονταν, συστηματικά πλέον, προϊόντα που εμπορεύονταν οι ιδιοκτήτες τους. Συνολικά, μπορούσε κανείς να επισκεφτεί μετόχια που παρήγαγαν προϊόντα της ελιάς, της αμπέλου, εσπεριδοειδή, σιτηρά, κηπευτικά κα.

Οι σημαντικές αυτές παραγωγικές μονάδες μετατράπηκαν σε ανταλλάξιμες γαίες μετά τη Συνθήκη της Λοζάνης. Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες μετοχιών ήταν μουσουλμάνοι και αρκετοί από αυτούς συμπεριλήφθηκαν στον ανταλλάξιμο πληθυσμό των Χανίων. Επομένως, τα περισσότερα μετόχια βρέθηκαν στη διάθεση του κράτους προς διαμοιρασμό. 

Στην επικράτεια των μετοχιών εγκαταστάθηκαν πολλές προσφυγικές οικογένειες, εν είδει αγροτικής αποκατάστασης. Τα κτίρια χωρίστηκαν σε μακρόστενα δωμάτια και δόθηκαν για κατοίκηση, και η γη μοιράστηκε για εκμετάλλευση. Οι βοηθητικές εγκαταστάσεις, όπως τα πηγάδια, χρησιμοποιούνταν από κοινού για τις ανάγκες των νέων κατοίκων. 

Η Χρυσούλα Γεωργουσάκη, το γένος Πασπάτη, θυμάται: «Ήρθε εδώ ο μπαμπάς μου κι έκατσε με τα παιδιά του. Εδώ ήταν του Μελτζάνη του Μπέη το μετόχι, μείνανε 6 οικογένειες. Λεγόταν: Λειβαδίτες, Κατιμερτζόγλου, Βερτζίνη, εμείς Πασπάτης, δύο Λειβαδίτες, ήταν και ο Κατερίνης. Πήραν από ένα δωμάτιο, το σπίτι ήταν διώροφο με σκάλα ξυλένια, η αυλή ήταν με πετράδια στρωμένη, οι τουαλέτες ήταν έξω τότε, από την άλλη μεριά που έχουν χτίσει ένα σπίτι ήταν ένα συντριβάνι που έβγαινε νερό» («Μικρασιάτες στη Νέα Χώρα. Μαρτυρία: Γεωργουσάκη Χρυσούλα, το γένος Πασπάτη», στο Δήμος Χανίων, Η Αλίβρεκτος Νέα Χώρα, Χανιά 2012, σελ. 154).

Όμως, η κατάτμηση της γης και οι ιδιαίτερες ανάγκες των προσφύγων φαίνεται ότι άλλαξαν τον χαρακτήρα των μετοχιών. Η συμβίωση των οικογενειών δεν ήταν εύκολη σε χώρους που ήταν αρχικά διαμορφωμένοι για τις ανάγκες μίας οικογένειας. Η οικονομία των μετοχιών πιθανό να μην μπορούσε να εξυπηρετηθεί με την μορφή κατατμημένων κλήρων. Επίσης, η αποκατάσταση προσφύγων σε γη μεν, στα όρια της πόλης δε, οδήγησε πολλούς από αυτούς στην αναζήτηση εργασίας στην πόλη, ενώ θεωρητικά είχαν αποκατασταθεί αγροτικά στα μετόχια.

Το αποτέλεσμα ήταν η σταδιακή παρακμή των μετοχιών. Μεταπολεμικά αυτή οδήγησε αρκετούς πρόσφυγες στην αναζήτηση εγκατάστασης αλλού. Η πορεία αυτή είναι σήμερα εμφανής και στις ίδιες τις κτιριακές εγκαταστάσεις των περισσότερων μετοχιών, που στέκονται μισοερειπωμένα στα περίχωρα της πόλης των Χανίων.

Αντίθετα, τα λίγα μετόχια που είχαν διαφορετική τύχη και παρέμειναν υπό μία εκμετάλλευση, δηλαδή συνέχισαν να χρησιμοποιούνται ως ενιαίο σύνολο και προσαρμόστηκαν στην σύγχρονη οικονομία, σήμερα ευδοκιμούν με διάφορες λειτουργίες: οικίες, ξενώνες, αγροτικές παραγωγικές μονάδες. Αυτά τα μετόχια που συνέχισαν να είναι ακμαία οικονομικά, απασχόλησαν ως εργάτες μεγάλο αριθμό προσφύγων και μεταναστών και μετά το μικρασιατικό κύμα. Μέχρι σήμερα έχουν εργατικό δυναμικό από διάφορες χώρες του παγκόσμιου νότου σε διάφορα πόστα.

Τεκμήρια

Χάρτης