Εσωτερική μετανάστευση και μετανάστευση στη Γερμανία
Οι εσωτερικοί μετανάστες/ριες που βρέθηκαν στη Θεσσαλονίκη από τη δεκαετία του '50 μέχρι και του '70 κατάγονταν κυρίως από κοντινούς νομούς και από χωριά στις παρυφές του νομού Θεσσαλονίκης και συνέβαλλαν στην μεγάλη αύξηση του πληθυσμού της πόλης. Οι άντρες εργάζονταν κυρίως στη βιομηχανία και την οικοδομή ενώ οι γυναίκες ως μοδίστρες ή κομμώτριες αλλά και στην οικιακή εργασία -τα νεότερα κορίτσια συχνά ως ψυχοκόρες. Εκείνες τις δεκαετίες η πόλη εξαπλώθηκε με ταχείς ρυθμούς συχνά ακόμα και με αυθαίρετους τρόπους. Οι εσωτερικοί μετανάστες πλέον εγκαθίστανται και σε περιφερειακούς Δήμους αλλά και στις πολυκατοικίες της αντιπαροχής του κέντρου της Θεσσαλονίκης. Οι βασικοί λόγοι που τους έφεραν στη Θεσσαλονίκη ήταν η φτώχεια, η ανεργία, το χαμηλό βιοτικό επίπεδο αλλά και οι μετεμφυλιακοί διωγμοί.
Αντίστοιχοι λόγοι συνέβαλλαν και στην μαζική μετακίνηση ανδρών και γυναικών προς τις χώρες της Βόρεια Ευρώπης και κυρίως προς τη Γερμανία. Περισσότεροι από 600.000 Έλληνες έφτασαν στη Γερμανία μέσα σε δέκα χρόνια: από το 1963 μέχρι και το 1973. Άλλωστε η μεταπολεμική οικονομική ανασυγκρότηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας βασίστηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό στην εργασία ανειδίκευτων εργατριών και εργατών από χώρες του ευρωπαϊκού νότου -Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα, Πορτογαλία Γιουγκοσλαβία- αλλά και από το Μαρόκο, την Τυνησία και την Τουρκία.
Ο σταθμός των τραίνων της Θεσσαλονίκης, αποτέλεσε μετά το 1963, το κέντρο αυτής της μετανάστευσης προς τη Γερμανία με τα τραίνα Hellas Express και Acropolis express μετά το 1967, αναχωρούσαν καθημερινά προς τα βιομηχανικά κέντρα της Γερμανίας. Οι εκεί σταθμοί των τραίνων έγινανσημεία συνάντησης, εύρεσης εργασίας, ανταλλαγής πληροφοριών.
Όπως έγραφε και ο Αντώνης Σουρούνης το 2002:
«Διαβάζω ένα ρεπορτάζ στην εφημερίδα για τους Αλβανούς και νομίζω πως διαβάζω το βιογραφικό μου. Κυριακάτικα, λέει, κάθονται στο καφενείο της Ομόνοιας όπου μαζεύονται και τα λένε. Ό,τι έκανα κι εγώ πριν από τριάντα οχτώ χρόνια στην Κολονία. Προτού δημιουργήσουμε ένα καφενείο για να τα λέμε, μαζευόμασταν και τα λέγαμε στο σταθμό των τρένων. (...) Οι γονείς μου παίρνουν σύνταξη από τη Γερμανία και κάθε πρωί βγαίνουν στο μπαλκόνι και λένε "ευχαριστώ" - ιδέα δεν έχω σε ποιον. Είκοσι τόσα χρόνια δούλευαν στο εργοστάσιο δίπλα δίπλα με Τούρκους. Το 1922 ο πατέρας μου ήρθε στη Θεσσαλονίκη από τη Σμύρνη, όπου οι Τούρκοι σφάξανε τον δικό του πατέρα. Πρόσφυγες, με όλα τα δεινά της προσφυγιάς. Ακόμα και το όνομα άκουσα πως τους άλλαξαν. Ένας που ξέρει απ’ αυτά μου είπε πως ο Σουργούνης στα τούρκικα σημαίνει πρόσφυγας, άστεγος, αλήτης, και το ελληνικό στόμα απέβαλε το γάμα. Το 1940 πήγε στην Αλβανία να πολεμήσει τους Ιταλογερμανούς. «Μετά είκοσι έτη» δούλευε μαζί με τους Ιταλούς στη Γερμανία. Σήμερα ήρθαν οι Αλβανοί να δουλέψουν στην Ελλάδα. Τρελά πράγματα. Η Ιστορία γελάει και μαζί της γελάω κι εγώ».
Σε αυτό το μικρό απόσπασμα της προσωπικής και οικογενειακής του ιστορίας ο Αντώνης Σουρούνηςγιος πρόσφυγα αλλά και μετανάστη εργάτη, αποτυπώνει τα νήματα της μετακίνησης, νήματα που διαπερνούν και την δική μας έρευνα.
Τεκμήρια
Δρομολόγια του Akropolis Express και του Hellas Express, αμαξοστοιχιών που ένωναν σιδηροδρομικά το 1968 την Ελλάδα με την Γερμανία και την Αυστρία αντίστοιχα. ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ Θεσσαλονίκης, γενικό αρχείο.
«Φωτογραφία του εσωτερικού του νέου σιδηροδρομικού σταθμού Θεσσαλονίκης, δεκαετία 1960», Δημήτρης Παπαδήμος, αρχείο Δημήτρη Παπαδήμου, Φ.Α. ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, DP24.01.044.
«Γύψινα στις οροφές». Μέλη της οικογένειας Καπετανάκη εργάζονται για την κατασκευή γύψινων διακοσμήσεων σε οροφή. Θεσσαλονίκη, περίπου δεκαετία 1960 (αρχείο Ε. Καπετανάκη).
Ο γυψογλύπτης από τη Σύρο Λεωνίδας Καπετανάκης και η σύζυγός του Πόπη Καπετανάκη μετέβησαν στη Θεσσαλονίκη το 1923 προκειμένου ο Λεωνίδας να λειτουργήσει εργαστήριο κατασκευής γύψινων διακοσμήσεων και κατασκευών (αρχείο Ε. Καπετανάκη).
«Εργαζόμενος για τον γύψινο διάκοσμο κατοικιών», δεκαετία 1950 (αρχείο Ε. Καπετανάκη).